Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Οι άκρως παρεξηγημένοι πολυθεσίτες

Από τις πλέον πολυφορεμένες και συνάμα παρεξηγημένες έννοιες στο σύγχρονο ποδόσφαιρο είναι ο πολυθεσίτης, δηλαδή ο παίκτης που μπορεί να καλύψει (τουλάχιστον) άλλη μία θέση από τη φυσική του. Η λειτουργικότητα και τα εγγενή πλεονεκτήματα ενός τέτοιου ποδοσφαιριστή δεν χρήζουν ιδιαίτερης ανάλυσης.
Αυτό που εν προκειμένω αξίζει σχολιασμού είναι η εν μέσω παρατεινόμενης οικονομικής ύφεσης μετεξέλιξη των πολυθεσιτών σε πανάκεια. Μέσα σε λίγα χρόνια οι προπονητές ανακάλυψαν ότι τα ρόστερ τους ήταν υπεράριθμα, από τα 30 άτομα φτάσαμε γρήγορα στα 25-26 και πλέον υπάρχουν ακόμη και ομάδες κορυφής με 23μελή έμψυχα δυναμικά.

Less is more”, είχε φιλοσοφήσει κάποτε ο Αρσέν Βενγκέρ, είναι όμως η -μέσω ποσοτικής μείωσης- ποιοτική αύξηση η μαγική φόρμουλα σε μια εποχή που οι αγωνιστικές υποχρεώσεις μέσα σε μία σεζόν αυξάνονται διαρκώς για τους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές;
Σε αμιγώς αγωνιστικό επίπεδο υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ και κατά της συγκεκριμένης αντίληψης. Το πρόβλημα, ωστόσο, εστιάζεται στην… αποθέωση των πολυθεσιτών όχι στη βάση αγωνιστικών κριτηρίων, αλλά οικονομικής ένδειας.
Προκειμένου να βγει το μπάτζετ, ολοένα και περισσότεροι σύλλογοι υιοθετούν αυτήν την πρακτική, η οποία έχει γίνει μόδα και στην Κύπρο. Κάπως έτσι, άλλωστε, οικοδομείται και ο μύθος των δύο ισάξιων ενδεκάδων, τις οποίες (είναι πλέον ιστορικά αποδεδειγμένο πως) ουδεμία ομάδα αντέχει -ούτε οικονομικά, ούτε αγωνιστικά.
Αυτό που οι πλείστοι (επιλέγουν να) αγνοούν αναφορικά με τους πολυθεσίτες είναι η σπανιότητα των αυθεντικών τέτοιων. Μεταξύ των αποκαλούμενων πολυθεσιτών είναι ελάχιστοι όσοι πραγματικά μπορούν να καλύψουν με επιτυχία άνω του ενός πόστου μέσα στο γήπεδο.
Ένας αριστερός στόπερ δεν είναι κατ’ ανάγκη και ένας εξ ίσου καλός αριστερός μπακ (ή το αντίστροφο). Το ίδιο ισχύει και για έναν κόφτη που οπισθοχωρεί σε θέση στόπερ ή έναν περιφερειακό επιθετικό που τραβιέται στα φτερά της επίθεσης.
Όλοι μπορούν να καλύψουν έναν παρεμφερή ρόλο, οι περισσότεροι όμως όχι με την ίδια επιτυχία που καλύπτουν τον φυσικό τους. Ή εν πάση περιπτώσει, όχι επί μακρόν. Μόνον που όταν το ρόστερ είναι γεμάτο πολυθεσίτες και η κακοδαιμονία (τιμωρίες, τραυματισμοί, απώλεια φόρμας) χτυπά την πόρτα, τίθεται σε εφαρμογή το «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού».
Ιδίως προς το τέλος της περιόδου, όταν σε όλα τα προαναφερθέντα προβλήματα προστίθεται και η κόπωση, τότε σχεδόν σε κάθε παιχνίδι η ομάδα με την πλειάδα πολυθεσιτών έχει τουλάχιστον δύο ή τρεις από αυτούς να καλύπτουν άλλα πόστα από αυτά, όπου διαπρέπουν.
Και επειδή οι τίτλοι σε όλες τις διοργανώσεις κρίνονται ως επί το πλείστον στην τελική ευθεία και στις λεπτομέρειες, οι πολυθεσίτες γυρίζουν μπούμερανγκ στους προπονητές τους, διότι αγωνιζόμενοι σε άλλες θέσεις από τις φυσικές τους αφαιρούν ποιότητα και προκαλούν ανισορροπία στην ενδεκάδα.
Το μεγαλύτερο κακό όμως που συνοδεύει τους πολυθεσίτες είναι η μείωση του συναγωνισμού εντός μιας ομάδας. Όταν ένας παίκτης γνωρίζει ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές για τη θέση του και αυτή σε περίπτωση ανάγκης καλύπτεται από έναν πολυθεσίτη, αυτόματα (ενδεχομένως και υποσυνείδητα) χαλαρώνει, παύει να προσπαθεί διαρκώς να βελτιωθεί.
Και στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, ακριβώς όπως και στη ζωή, η στασιμότητα ισοδυναμεί με οπισθοχώρηση. Επεξεργαστείτε το, προτού πανηγυρίσετε, επειδή η αγαπημένη σας ομάδα απέκτησε ακόμη ένα… πολυεργαλείο.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου