Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Η τέχνη του αποπροσανατολισμού


Στη Σκοτία, χθες και σήμερα, οι αγώνες ποδοσφαίρου διεξάγονται με αλλοδαπούς διαιτητές. Οι εγχώριοι δεν κρίθηκαν ανίκανοι και ακατάλληλοι (όχι επισήμως τουλάχιστον), κατέβηκαν ωστόσο σε απεργία διαμαρτυρόμενοι για την αντιμετώπιση που τυγχάνει κάθε σφύριγμά τους (από παίκτες, προπονητές, παράγοντες, οπαδούς) και φοβούμενοι για την ασφάλεια των οικογενειών τους.
Η συγκεκριμένη απεργία επιβεβαιώνει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι οι συζητήσεις για τις αποφάσεις των διαιτητών χρονολογούνται από την ημερομηνία καθιέρωσής τους στο ποδόσφαιρο. Δεύτερον, ότι τα τελευταία χρόνια προσλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις το φαινόμενο της επίρριψης ευθυνών στη διαιτησία απ’ όποιον χρειάζεται επειγόντως ένα άλλοθι για τις χαμηλές πτήσεις της ομάδας του.

Επιτιθέμενοι στους διαιτητές πλείστοι παράγοντες και προπονητές επιχειρούν να αποπροσανατολίσουν, να στρέψουν τα φώτα μακριά από τους παίκτες τους. Υπάρχουν φυσικά κι άλλοι τρόποι (σ.σ. ο Ζοζέ Μουρίνιο είναι σε θέση να γράψει εγκυκλοπαίδεια πάνω στην τέχνη του αντιπερισπασμού), ωστόσο στην Κύπρο και ορισμένες άλλες χώρες (βλέπε Ελλάδα, Ιταλία) οι διαιτητές κρίνονται ως ο πιο εύκολος στόχος, ενδεχομένως επειδή η ανέλιξή τους δεν περνά μέσα από αξιοκρατικές διαδικασίες.
Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Οι επιθέσεις στη διαιτησία προσφέρουν άλλοθι στους ποδοσφαιριστές για τις μέτριες εμφανίσεις κι επιδόσεις, ενώ η αξιοπιστία των παραπονούμενων φθίνει όσο πιο συχνά καταφεύγουν σε αυτές τις μεθόδους. Σκεφτείτε απλώς το εξής: είναι τα φαλτσοσφυρίγματα η μόνη (ή, εν πάση περιπτώσει, η βασικότερη) αιτία που τα δύο τρίτα των συλλόγων της πρώτης κατηγορίας εμφανίζονται χειρότεροι απ’ ό,τι την περασμένη περίοδο;
Εξαιρουμένων των ΑΕΚ, Δόξας και Ολυμπιακού ποια άλλη ομάδα μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει ανεβάσει το επίπεδό της σε σύγκριση με πέρυσι; Ακόμη κι ο πρωτοπόρος ΑΠΟΕΛ δεν έχει -στον τρίτο συναπτό χρόνο υπό την καθοδήγηση του Ιβάν Γιοβάνοβιτς- την εξέλιξη που θα όφειλε και περισσότερο μοιάζει να εκμεταλλεύεται τα στραβοπατήματα των ανταγωνιστών του.
Μήπως λοιπόν θα ήταν πιο ωφέλιμο η πανταχόθεν, μόνιμη και υψηλότατων τόνων κριτική για τη διαιτησία να αντικατασταθεί εν μέρει από μια γόνιμη αυτοκριτική; Δεν έχουν περάσει δα παρά τρεις μήνες από το καλοκαίρι, το οποίο με συνοπτικές διαδικασίες ποδοπάτησε το όραμα ευρωπαϊκής μακροημέρευσης των κατά τεκμήριο τεσσάρων κορυφαίων ομάδων της περασμένης περιόδου.
Τόσο γρήγορα λησμονήθηκε το συγκεκριμένο πάθημα; Προτού καν γίνει μάθημα; Οι κυπριακοί σύλλογοι σώφρον θα είναι να κοιτάξουν λίγο καλύτερα και βαθύτερα τα του οίκου τους, διότι η πτώση του επιπέδου αποτελεί πραγματικότητα και η επιστροφή στην ευρωπαϊκή ανυποληψία θα έρθει πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι το σκαρφάλωμα στην 20ή θέση της βαθμολογίας πενταετίας της UEFA.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Το φαινόμενο ΑΕΚ: Δεν έτυχε. Πέτυχε!


Πριν ακόμη κλείσει το πρώτο μισό της κανονικής περιόδου η ΑΕΚ έχει κερδίσει πολύ περισσότερα από το μέγιστο στοίχημα που έβαλε το περασμένο καλοκαίρι. Το πρωτοφανές για τα εγχώρια δεδομένα ρίσκο της ανάθεσης της οργάνωσης του ποδοσφαιρικού τμήματος σε τεχνικό διευθυντή στέφεται μ’ επιτυχία, ο σύλλογος της Λάρνακας αποπνέει ποδοσφαιρική υγεία, χάρη στην οποία κερδίζει συμπάθειες πολλαπλάσιες των (ήδη πολλών) βαθμών του.
Για τους λάτρεις της στατιστικής και τους χρονικογράφους του κυπριακού πρωταθλήματος το ενδιαφέρον εστιάζεται στο αν υπήρξε στο παρελθόν σύλλογος, ο οποίος να πραγματοποίησε τόσο εντυπωσιακή επιστροφή στη μεγάλη κατηγορία. Για τους ποδοσφαιρόφιλους μείζονος σημασίας είναι ότι ένας… ασυνήθης ύποπτος ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα και δείχνει σε θέση να μπει σφήνα στην ομήγυρη των μεγάλων.

Η αληθινά ανεκτίμητη προσφορά της ΑΕΚ, ωστόσο, έγκειται στο θρυμμάτισμα μιας σειράς κυπριακών ποδοσφαιρικών μύθων. «Ένας άρτι προβιβασθείς σύλλογος που αλλάζει σχεδόν ολόκληρο το ρόστερ του δεν μπορεί να πρωταγωνιστήσει». «Ένας νεοφερμένος αλλοδαπός προπονητής χρειάζεται χρόνο προσαρμογής στα κυπριακά δεδομένα». «Μια ομάδα θέλει χρόνια για ν’ αποκτήσει αγωνιστική ταυτότητα». «Οι μετεγγραφές ισοδυναμούν με ριψοκίνδυνες ζαριές». Μπλα, μπλα, μπλα. Μέσα σε τρεις μήνες οι Λαρνακείς ξεμπρόστιασαν όλες τις φθηνές δικαιολογίες που αφθονούν στο ποδόσφαιρό μας. Τους είμαστε υπόχρεοι.
Κρόιφ, ο εγκέφαλος

Το σύγχρονο ποδόσφαιρο δεν διαφέρει ουσιωδώς από τη διοίκηση επιχειρήσεων και ανθρώπινου δυναμικού: κομβικής σημασίας είναι η λήψη σωστών αποφάσεων. Η πιο ορθή της ΑΕΚ ήταν να αναθέσει στον Ζόρντι Κρόιφ το ποδοσφαιρικό τμήμα. Ο Ολλανδός επιφορτίστηκε α) με τη διαμόρφωση της αγωνιστικής φιλοσοφίας, πάνω στην οποία θα χτιζόταν η ομάδα, β) με την εύρεση του προπονητή, ο οποίος θα υπηρετούσε τη συγκεκριμένη φιλοσοφία και γ) την από κοινού στελέχωση του ρόστερ.
Ακριβώς αυτή η διάρθρωση (με τον τεχνικό διευθυντή να είναι ουσιαστικά προϊστάμενος του προπονητή και να ορίζει εκείνος τις κατευθυντήριες γραμμές) επέτρεψε στην ΑΕΚ την περασμένη εβδομάδα να εμφανιστεί στο «Τάσος Μάρκου» έχοντας στον πάγκο -όχι τον βοηθό του απόντος ένεκα ασθένεια προπονητή, αλλά- τον Κρόιφ, ο οποίος την οδήγησε σε επιτυχία μέσα σε μια από τις πιο δύσκολες έδρες του πρωταθλήματος. Τίποτε δεν γίνεται τυχαία.
Το νικηφόρο πέρασμα από το Παραλίμνι δεν συνεπάγεται ότι ο προπονητής είναι αναλώσιμος. Σημαίνει, ωστόσο, ότι δεν είναι αναντικατάστατος και ότι σε περίπτωση που χρειαστεί ν’ αλλάξει ο σύλλογος έχει τον άνθρωπο (Κρόιφ) που θα εγγυηθεί τη διατήρηση του αγωνιστικού προσανατολισμού αναζητώντας τεχνικό και ποδοσφαιριστές ικανούς να τον υπηρετήσουν πιο αποτελεσματικά απ’ ό,τι οι προκάτοχοί τους. Πρόκειται για μια πρακτική πολύ πιο ποδοσφαιρική και συνετή από την ανά εξάμηνο (ή τρίμηνο) αλλαγή προπονητή, φιλοσοφίας και ρόστερ.
Κάανεν, ο αρχιτέκτονας

Μέχρι στιγμής, πάντως, ο Κρόιφ έχει κάθε λόγο να αισθάνεται δικαιωμένος (και ουχί προβληματισμένος) από την επιλογή του. Ο Τον Κάανεν έχει καταφέρει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα όσα πλείστοι συνάδελφοί του στο νησί της Αφροδίτης πασχίζουν μάταια εδώ και χρόνια:
-έχει στελεχώσει ποιοτικά και ισορροπημένα το ρόστερ: ειδικά ο άξονας (Νέγκρι, Χόφλαντ, φαν Ντάικ, Όπερ) είναι από πιο συμπαγείς, αξιόπιστους κι ανταγωνιστικούς που υπάρχουν
-έχει κατασταλάξει στον κορμό του
-έχει διδάξει αποτελεσματικά το σύστημα (4-2-3-1) και έχει εμφυσήσει τη φιλοσοφία του, με αποτέλεσμα η αγωνιστική ταυτότητα της ΑΕΚ να είναι σήμερα πιο ευδιάκριτη από την αντίστοιχη κάθε άλλης ομάδας, καίτοι από το ρόστερ της περασμένης περιόδου έχουν χρησιμοποιηθεί μόλις τρεις παίκτες (Νέγκρι, Ιωάννου, Μυτίδης)
-αξιοποιεί όλο το εύρος του ρόστερ: 19 παίκτες έχουν χρησιμοποιηθεί σε 11 αγωνιστικές, ουδείς έχει λιγότερες συμμετοχές από τις τρεις του άτυχου Τζέισον Δημητρίου
-έχει αναδείξει σε σταρ της ομάδας το σύνολο, το οποίο λειτουργεί ανεξάρτητα από πρόσωπα και παράγει από αγωνιστική σε αγωνιστική διαφορετικούς σκόρερ (13 μέχρι στιγμής!) και MVP
-αποδεικνύεται εξ ίσου καλός στην προετοιμασία ενός αγώνα και στη διαχείριση όσων συμβαίνουν στη διάρκεια του. Ο Ολλανδός δεν εμπιστεύεται τυφλά μια νικηφόρα ενδεκάδα, δεν προχωρεί μηχανικά στις ίδιες αλλαγές προσώπων. Ανακατεύει διαρκώς την τράπουλα, «δουλεύει» το παιχνίδι και στα 90 λεπτά του. Όποιος παρατηρεί τις εσωτερικές αλλαγές στην ΑΕΚ στη διάρκεια ενός αγώνα, πείθεται εύκολα επ’ αυτού.
Το μαγικό τρίγωνο

Ακόμη πιο εύκολη είναι η διάκριση των παικτών, των οποίων η ποιότητα έχει ανεβάσει το επίπεδο της ομάδας. Η ραχοκοκαλιά, η καρδιά και ο νους της εφετινής ΑΕΚ είναι το ολλανδικό τρίγωνο που σχηματίζουν οι Ντάνι Σένκελ, Κέβιν Χόφλαντ (κεντρικοί αμυντικοί) και Γκρέγκορ φαν Ντάικ (αμυντικός μέσος). Αυτή η τριάδα είναι υπεύθυνη για την αναχαίτιση του αντιπάλου, για το άνοιγμα του παιχνιδιού, ακόμη και για το σκοράρισμα, όπως αποδεικνύουν τα έξι τέρματα που έχει πετύχει μέχρι σήμερα.
Χάρη στην κλάση και στο αρμονικό δέσιμο αυτών των τριών όλοι οι υπόλοιποι γύρω τους φαίνονται καλύτεροι απ’ ό,τι στην πραγματικότητα είναι. Ο Νέγκρι φαντάζει πιο αξιόπιστος από ποτέ, ο Μάργκασα κάνει την καλύτερη χρονιά του στην Κύπρο, ο Κίνγκσλεϊ παίζει περισσότερο για την ομάδα απ’ ό,τι για τον εαυτό του. Αυτοί οι παίκτες, όπως και οι Θεοφίλου, Λίνσεν, Γκόμεζ, Πρίσο, Παουλίστα και Όπερ, αποτελούν ιδανικά συμπληρώματα. Ουδεμία στρατιά, άλλωστε, διέπρεψε απαρτιζόμενη αποκλειστικά από στρατηγούς ή μόνο από στρατιώτες. Απαιτείται χημεία και αυτή στην ΑΕΚ μοιάζει προσώρας εξαιρετική.
Δύο κινήσεις μπροστά

Οι Λαρνακείς δεν διαθέτουν το ποιοτικότερο, αλλά το λειτουργικότερο ρόστερ. Γι’ αυτό, άλλωστε, πρωταγωνιστούν και δείχνουν ικανοί να μείνουν ψηλά μέχρι τέλους. Προφανώς δεν είναι η τέλεια ή άτρωτη ομάδα. Δεν έχουν δοκιμαστεί ακόμη ούτε σε βάθος χρόνου ούτε σε περιόδους κρίσης (συνεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα, τραυματισμοί ή ατυχίες). Αναμένεται η αντίδρασή τους, όταν εδραιωθούν στη συνείδηση όλων ως μια (πολύ) άνω του μετρίου ομάδα, όταν δηλαδή άπαντες θα αρχίσουν να τους αντιμετωπίζουν ως φαβορί και όταν οι μεγάλοι (ή οικονομικά ισχυρότεροι) θα δείξουν αρπακτικές διαθέσεις για τους κορυφαίους παίκτες τους.
Αναρίθμητα είναι τα παραδείγματα ανερχόμενων ομάδων που γκρεμοτσακίστηκαν, επειδή ζαλίστηκαν από την απότομη άνοδο του υψομέτρου των προσδοκιών και των απαιτήσεων. Το ευτύχημα για την ΑΕΚ είναι πως ο Κάανεν (και κατ’ επέκταση ο Κρόιφ) είναι γνώστες των παγίδων που κρύβει το ποδόσφαιρο. Σκεπτόμενοι πάντα δύο κινήσεις μπροστά, όπως κάθε καλός σκακιστής, οι δύο Ολλανδοί φροντίζουν διαρκώς να κρατούν χαμηλά τον πήχη και να αφαιρούν πίεση από τους ώμους των παικτών υπενθυμίζοντας πως η ομάδα μόλις έχει ανέβει κατηγορία και είναι σε διαδικασία μόρφωσης ενός ανταγωνιστικού συνόλου.
Η ΑΕΚ, ωστόσο, είναι πιο μπροστά από αυτό το στάδιο. Ήδη έχει θέσει τις αγωνιστικές βάσεις, προκειμένου να περάσει μια σεζόν απαλλαγμένη από κάθε έγνοια για υποβιβασμό. Ήδη έχει αρχίσει να παίρνει αποτελέσματα, ακόμη κι όταν δεν αποδίδει καλό ποδόσφαιρο. Και σύντομα θα είναι σε θέση να ξεκινήσει το σχεδιασμό της για την επόμενη χρονιά, προκειμένου αυτή να είναι ακόμη καλύτερη από την τρέχουσα.
Ένα καλό ερώτημα είναι πώς θα αντιδράσει το δίδυμο Κρόιφ-Κάανεν, όταν η ομάδα εξασφαλίσει (και μαθηματικά, εννοείται) την παραμονή ή μια θέση στην πρώτη τετράδα. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν θα συνεχίσουν το ίδιο τροπάρι ή αν, συνειδητά, ανεβάσουν τον πήχη, προκειμένου να ελέγξουν ήδη από αυτήν την περίοδο ποιοι παίκτες είναι ικανοί ν’ ανταποκριθούν σε υψηλότερο επίπεδο απαιτήσεων. Ακόμη ένας λόγος, για τον οποίο η εφετινή ΑΕΚ παραμένει το πιο ενδιαφέρον πρότζεκτ στο κυπριακό πρωτάθλημα.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Ζεμπάστιαν Φέτελ: Ο διάδοχος του Σούμι!


Στη Φόρμουλα 1 ήταν πάντα ο νεαρότερος. Το 2007 συνδύασε την πρώτη του εμφάνιση, στην Ινδιανάπολη, με τους πρώτους βαθμούς του -λίγες μέρες πριν τα 20ά γενέθλιά του. Στα 21 του πήρε μέσα σε 25 ώρες την πρώτιστη πολ ποζίσιον και νίκη της καριέρας του, στη Μόντσα. Και από τις 14 Νοεμβρίου 2010 ο Ζεμπάστιαν Φέτελ είναι -σε ηλικία 23 ετών και 134 ημερών- ο νεαρότερος παγκόσμιος πρωταθλητής στην ιστορία της Φόρμουλα 1.

Ο 23χρονος από το Χέπενχαϊμ υποδέχτηκε το νέο ζενίθ της καριέρας του, ακριβώς όπως όλα τα προηγούμενα. Με μια χαλαρότητα πιο απροσδόκητη και εντυπωσιακή ακόμη κι από τον θρίαμβό του στο Άμπου Ντάμπι. Όσοι περιτριγυρίζουν τον Φέτελ είναι πάντα πιο εκστασιασμένοι για αυτόν απ’ ό,τι ο ίδιος. Διάρκεια παντρεμένη με ταλέντο, φιλοδοξία και ψυχραιμία, αυτό διακρίνει τους πρωταθλητές. Και ο Φέτελ είναι ένας all-around πρωταθλητής. Εφοδιασμένος με τη θέληση ενός Μίχαελ Σουμάχερ, την άνεση ενός Λιούις Χάμιλτον, τη φινέτσα ενός Τζένσον Μπάτον, τον οπορτουνισμό ενός Φερνάντο Αλόνσο.
Το χάρισμα για τους αγώνες οδήγησης μπορεί μόνο σε πρώτη φάση ν’ αναγνωριστεί τόσο εύκολα όσο το αντίστοιχο για τον στίβο: το χρονόμετρο αποκαλύπτει πολλά, αλλά όχι τα πάντα. Αποκρύπτει το πώς αξιοποιεί κάποιος το ταλέντο του. Δεκάδες πιλότοι είναι σε θέση να γράψουν ταχύτατους γύρους. Η τέχνη είναι να κάνεις 50 διαδοχικούς ταχύτατους γύρους.
Ακόμη κι όσοι το καταφέρνουν, δεν είναι όλοι σε θέση να επικοινωνήσουν τις εντυπώσεις τους στους μηχανικούς με τέτοιο τρόπο, ώστε εκείνοι να αντιληφθούν ποιες βίδες πρέπει να στρίψουν περισσότερο ή λιγότερο. Τα σύγχρονα μονοθέσια δεν είναι πλέον αυτοκίνητα, αλλά υπολογιστές υψηλών επιδόσεων πάνω σε τροχούς. Αλλά το να εξαντλήσεις και τα τελευταία διαθέσιμα εκατοστά του δευτερολέπτου από αυτά παραμένει η πιο δύσκολη αποστολή.
Το πρότυπο της νέας γενιάς

Ο Μπέρνι Έκλεστον, ο 80χρονος πατριάρχης της Φόρμουλα 1, είναι δηλωμένος φαν του Γερμανού και έχει αλάνθαστη διαίσθηση για το επιτυχημένο πρότυπο μιας νέας γενιάς πιλότων. Προτού ωριμάσει σε θαυμαστή του ξανθομάλλη πιλότου, ο έξυπνος Βρετανός ήταν ορκισμένος οπαδός του Μίχαελ Σουμάχερ. Όταν ο τελευταίος απέκτησε -στο πρόσωπο του Φερνάντο Αλόνσο- έναν ταλαντούχο ανταγωνιστή, ο Έκλεστον έγινε φαν του Ισπανού και ακολούθως του Λιούις Χάμιλτον.
Όλοι έγιναν διαδοχικά παγκόσμιοι πρωταθλητές γεμίζοντας τα ταμεία της Φόρμουλα 1, στην οποία ο Φέτελ δίνει ένα νέο πρόσωπο. Γελαστό, συμπαθές από την πρώτη ματιά. Σ’ αυτό διαφοροποιείται από τον μοναχικό μαχητή Ουέμπερ, τον στυλάτο Χάμιλτον, τον μανιακό με την επιτυχία Αλόνσο. Ο Φέτελ δεν σε αφήνει σχεδόν καθόλου να αντιληφθείς πόσο πειθαρχημένα πρέπει να δουλέψεις για τις νίκες, ποια σκληρότητα απαιτεί το επάγγελμά του.
Ομοιότητες και διαφορά

Ο νέος ήρωας της Φόρμουλα 1 προπονείται καθημερινά έως και πέντε ώρες, εργάζεται πάνω στην πτυχιακή εργασία του και αποφεύγει τα πάρτι. Σε ό,τι αφορά το χάρισμα, τον τρόπο δουλειάς, τη δύναμη επιβολής και τη σκληρότητα απέναντι στον εαυτό του ο Φέτελ μοιάζει ένα κατά 18 χρόνια νεότερο αντίγραφο του Μίχαελ Σουμάχερ.
Όπως ο επτάκις παγκόσμιος πρωταθλητής, ο Φέτελ άρχισε να ασχολείται με το πάθος του σε ηλικία τριών ετών, στο καθιστικό των γονιών του. Πέρασε την παιδική του ηλικία σε βρόμικες πίστες καρτ, όπου δεν τον τραβούσαν, αλλά ο ίδιος τραβούσε τους γονείς του. Είχε τον ίδιο προαγωγό: τον Γκέρχαρντ Νόακ, επιχειρηματία από το Κέρπεν. Και, τέλος, με το μπάσιμό του στη Φόρμουλα 1 δημιούργησε τέτοια αίσθηση, ώστε πολύ σύντομα πολλές ομάδες τον ήθελαν.
Η ουσιώδης διαφορά μεταξύ των δύο κορυφαίων οδηγών της Γερμανίας είναι πως ο 23χρονος δεν τυφλώνεται από την εμμονή με την επιτυχία. Μετά το ατύχημα με τον Τζένσον Μπάτον στο γκραν πρι του Σπα εκνευρίστηκε, αλλά στα πιτς παραδέχτηκε το λάθος του: «Η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά εμένα». Αυτό τον κάνει συμπαθή ακόμη και στους Βρετανούς σχολιαστές. «Είναι σαν τον Σουμάχερ, αλλά πολύ πιο φιλικός», έγραψαν οι Times.
«Πάω για ένα… Πατ Κας»

Ο Φέτελ έχει εντυπωσιακά λίγους εχθρούς, κάτι που οφείλεται και στον τρόπο του που σε κερδίζει. Μολονότι ο Μαρκ Ουέμπερ ήταν στη Ρεντ Μπουλ πολύ πριν από αυτόν, ο Γερμανός ανελίχθηκε γρήγορα σε κρυφό Νο1 με τις αυθόρμητες ατάκες του. Στις πρώτες μέρες του στη Ρεντ Μπουλ, είχε κάνει τόσο πολλούς δοκιμαστικούς γύρους που κόντεψε να σπάσει η… φούσκα του! «Πρέπει να πάω για ένα… Πατ Κας», διεμήνυσε κάνοντας λογοπαίγνιο με τον πάλαι ποτέ νικητή του Ουίμπλεντον, ο οποίος στη διάρκεια ενός αγώνα τένις έτρεξε να πάει στην τουαλέτα.
Για τον Φέτελ δεν είναι πρόβλημα να εξωτερικεύσει συναισθήματα, όπως μετά το τέλος του αγώνα στο Άμπου Ντάμπι, όταν του ανακοινώθηκε πως είναι ο νέος πρωταθλητής και εκείνος ευχαρίστησε με φωνή πνιγμένη στα δάκρυα. «Θεωρώ απόλυτα φυσιολογικό να δείχνω τα αληθινά αισθήματά μου. Έτσι ανατράφηκα. Είμαι οδηγός αγώνων, όχι ηθοποιός». Από την περασμένη Κυριακή και ο νέος παγκόσμιος πρωταθλητής της Φόρμουλα 1!

ΓΝΩΡΙΖΑΤΕ ΟΤΙ…
…ο Φέτελ είναι μεγάλος φαν των Beatles, των Βρετανών κωμικών και συλλέκτης δίσκων από βινύλιο;
…γεννήθηκε το 1987, ήτοι την ίδια χρονιά που πρωτοεμφανίστηκε το ενεργειακό ποτό Red Bull;
…όλοι οι μεγάλοι ήρωες της παιδικής του ηλικίας είχαν το ίδιο όνομα: Μίχαελ Σουμάχερ, Μάικλ Τζόρντα και Μάικλ Τζάκσον («μικρός ήθελα να γίνω σαν τον Τζάκσον. Ήταν οδυνηρό, όταν συνειδητοποίησα πως  μου έλειπε η φωνή για κάτι τέτοιο»);
…σε μικρή ηλικία δοκίμασε την τύχη του στο ποδόσφαιρο, το τένις, το πινγκ πονγκ και το μπιτς βόλεϊ («ουδέποτε ήμουν ο καλύτερος, εξ ου και τα παράτησα. Σιχαίνομαι να χάνω»);
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Η μόνη λύση για τη διαιτησία


Από τις 5 Σεπτεμβρίου είχα καταθέσει -απ’ αυτήν τη γωνιά- την πεποίθηση πως «στην Κύπρο κακώς η ανικανότητα (των διαιτητών) λογίζεται ως προτιμητέα σε σύγκριση με την επιτηδειότητα. Είναι εξίσου επικίνδυνη και πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται ως τέτοια, δηλαδή με απόσυρση από τα γήπεδα». Καλύτερη απόδειξη από το κραυγαλέο σφάλμα (τεκμήριο άγνοιας κανονισμών) του Αντώνη Χριστοδούλου στον αγώνα Εθνικός-ΑΕΛ δυσκολεύομαι να φανταστώ.

Έγραφα επίσης τότε ότι «η ΚΟΠ θα έπρεπε να ελέγχεται διπλά για την παρουσία ανίκανων διαιτητών απ’ ό,τι για την ενδεχόμενη ύπαρξη διεφθαρμένων. Η απόδειξη δωροδοκίας ή χρηματισμού ενός διαιτητή είναι ζόρικη υπόθεση (και άπτεται της αρμοδιότητας πολλών), η αξιολόγηση της ικανότητάς του αποτελεί αποκλειστικά δική της ευθύνη». Μεγαλύτερη επιβεβαίωση από τις κουβέντες του (προέδρου του συνδέσμου διαιτητών) Γιώργου Πάπουτσου πως υφίσταται μεγαλοπαράγων της ΚΟΠ, ο οποίος καταστρέφει το χώρο της διαιτησίας παραφουσκώνοντας τα μυαλά των διαιτητών, δεν υπάρχει.
Έκλεινα εκείνο το κείμενο με την ακόλουθη φράση: «Στην κυπριακή ομοσπονδία ακόμη δεν έχουν ασχοληθεί σοβαρά με το ενδεχόμενο ο βασικότερος λόγος που οι ιθαγενείς διαιτητές επιδιώκουν την τιμωρία μόνο των εκ προθέσεων λαθών τους να είναι η αυτογνωσία πως στο σινάφι κυκλοφορούν πολύ περισσότεροι ανίκανοι απ’ ό,τι διεφθαρμένοι». Μπορείτε να σκεφτείτε πιο πειστική δικαιολογία για το γεγονός ότι ο Ανδρέας Τύλληρος, παρατηρητής του αγώνα της περασμένης Δευτέρας, «έβγαλε λάδι» στην έκθεσή του το διαιτητικό καρέ;
Ας μην το κουράζουμε περαιτέρω. Στις αρχές της εβδομάδας, στο «Δασάκι» της Άχνας, έλαβε χώρα η ηχηρή και δημόσια επισημοποίηση της χρεοκοπίας της κυπριακής διαιτησίας, όπως αυτή υφίσταται σήμερα -από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Άγνοια κανονισμού για έναν διαιτητή ισοδυναμεί με άγνοια νόμου για έναν πολίτη. Είναι μη αποδεκτή από κάθε δικαστήριο.
Το πλέον εύκολο σ’ αυτή τη νοσηρή υπόθεση είναι ο επιμερισμός ευθυνών. Η ΚΟΠ ανέχεται (και αμείβει πλουσιοπάροχα) ανίκανους ή δόλιους διαιτητές, οι οποίοι προωθούνται και υποστηρίζονται από μη αξιοκρατικούς μηχανισμούς, διδάσκονται λανθασμένα τους νέους κανονισμούς (σε θερινά σεμινάρια στην… Αγία Νάπα!), τους προσαρμόζουν κατά το δοκούν και -μέσω τραγελαφικών εκθέσεων των παρατηρητών- παίρνουν το πράσινο φως, για να συνεχίσουν να τρελαίνουν κόσμο.
Το πλέον δύσκολο είναι το ξήλωμα όλων των υπευθύνων. Είναι όμως η μοναδική διέξοδος και ελπίδα για το μέλλον του αθλήματος στην Κύπρο. Μεσοβέζικες λύσεις δεν χωρούν. Αν η ΚΟΠ δεν προτίθεται ν’ αλλάξει στρατηγική και πλεύση, η απόσχιση, ανεξαρτητοποίηση και ανάθεση της διαιτησίας σε επαγγελματίες αλλοδαπούς αποτελεί μονόδρομο. Ασφαλώς δεν είναι τιμητικό για μια χώρα να στελεχώνει όλη τη διαιτητική της πυραμίδα με αλλοδαπούς. Τιμητική όμως δεν είναι και η εικόνα που επί χρόνια βγάζει το ποδόσφαιρό μας σε αυτόν τον τομέα τόσο εντός όσο κι εκτός συνόρων.
Σε τελική ανάλυση, ύψιστο ζητούμενο στη δεδομένη στιγμή είναι η αμεροληψία, την οποία δυστυχώς σε αυτήν τη φάση μόνον οι ξένοι δύνανται να εγγυηθούν. Λυπηρό μεν, αληθές δε. Και απολύτως αναγκαίο να υλοποιηθεί άμεσα. Το ποδόσφαιρο παραμένει το ωραιότερο δευτερεύον πράγμα στη ζωή μας, η διαρκής σκύλευση και διαπόμπευσή του, ωστόσο, έχει φέρει και τους τελευταίους πιστούς στα όρια της απόγνωσης. Αν και αυτοί ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους, καληνύχτα.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

Οι δέκα κορυφαίοι 18άρηδες στον κόσμο



Στις ποδοσφαιρικά προηγμένες χώρες η εποχή που ένας 18χρονος κρινόταν ικανός να πάρει το βάπτισμα του πυρός στο βασικό σχήμα έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο ένας άρτι ενηλικιωμένος παίκτης είναι πλέον σε θέση (όχι απλώς να καπαρώνει θέση στην ενδεκάδα, αλλά και) να κάνει τη διαφορά. Ποιοι όμως είναι αυτή τη στιγμή οι καλύτεροι 18άρηδες στο παγκόσμιο στερέωμα; Η «Α.τ.Κ.» τους παρουσιάζει την κορυφαία δεκάδα με βάση την αγοραστική τους αξία:
1. Νεϊμάρ (επιθετικός, Σάντος): Πριν λίγο καιρό συνδύασε την πρώτη εμφάνισή του στην εθνική Βραζιλίας με γκολ (εναντίον των Η.Π.Α.). Οι κορυφαίοι ευρωπαϊκοί σύλλογοι διαγκωνίζονται ήδη για την απόκτηση του μελλοντικού σούπερ σταρ. Αγοραστική αξία: 14 εκατομμύρια ευρώ.

2. Μάριο Γκέτσε (εξτρέμ, Ντόρτμουντ): Το καλοκαίρι ο Γίργκεν Κλοπ τον πήρε από τα εφηβικά τμήματα στην πρώτη ομάδα και τέσσερις μήνες μετά ο πιτσιρικάς είναι ήδη βασικός στην πρωτοπόρο της Μπούντεσλιγκα και πριν λίγες ημέρες έλαβε την πρώτη κλήση του στην εθνική Γερμανίας. Αγοραστική αξία: 5 εκατομμύρια ευρώ.
3. Φιλίπε Κουτίνιο (μεσοεπιθετικός, Ίντερ): Αποκτήθηκε το καλοκαίρι έναντι σχεδόν 4 εκατομμυρίων ευρώ από τη Βάσκο ντα Γκάμα και ο Ράφα Μπενίτεθ του έχει χαρίσει ήδη οκτώ συμμετοχές στη Σέριε Α και άλλες τρεις στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ο Βραζιλιάνος δεν τον έχει απογοητεύσει μέχρι στιγμής. Αγοραστική αξία: 4,5 εκατομμύρια ευρώ.
4. Τζακ Ούιλσιρ (μέσος, Άρσεναλ): Σε ηλικία 16 ετών και 256 ημερών έγινε ο νεαρότερος παίκτης που αγωνίστηκε με τη φανέλα των «κανονιέρηδων» στην Πρέμιερ Λιγκ. Ο κορυφαίος στην αναγνώριση ταλέντων, Αρσέν Βενγκέρ, τον έχει δεσμεύσει ήδη με πολυετές συμβόλαιο (ως το 2016). Αγοραστική αξία: 4 εκατομμύρια ευρώ.
5. Κρίστιαν Έρικσεν (μεσοεπιθετικός, Άγιαξ): Το κορυφαίο U17 ταλέντο της Δανίας το 2008 έχει προωθηθεί από τις αρχές του έτους στην πρώτη ομάδα του «Αίαντα» και μετρά ήδη δύο συμμετοχές σε Παγκόσμιο Κύπελλο και τρεις σε προκριματικούς Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Αγοραστική αξία: 3 εκατομμύρια ευρώ.
6. Νασίμ Μπεν Καλίφα (επιθετικός, Βόλφσμπουργκ): Παγκόσμιος πρωταθλητής U17 με την Ελβετία το 2009 μετεγγράφηκε το περασμένο καλοκαίρι έναντι 1,6 εκατομμυρίων ευρώ από την Γκρασχόπερ στη Βόλφσμπουργκ, η οποία για να του δώσει ευκαιρίες άφησε τον Ομπαφέμι Μάρτινς να μετακομίσει στη Ρούμπιν Καζάν. Αγοραστική αξία: 2,5 εκατομμύρια ευρώ.
7. Βάτσλαβ Κάντλετς (επιθετικός, Σπάρτα Πράγας): Το νέο κορυφαίο ταλέντο της Τσεχίας αγωνίζεται ήδη για τρίτη σεζόν στην α’ κατηγορία έχοντας πιστωθεί 15 τέρματα και καθιερωθεί στην ενδεκάδα της Σπάρτα, η οποία προσεχώς θα τον μοσχοπουλήσει. Αγοραστική αξία: 2,2 εκατομμύρια ευρώ.
8. Γιον Ορτενέτσε (αριστερός μπακ, Μπιλμπάο): έχει πάρει ήδη φανέλα βασικού στο βασκικό σύλλογο και θεωρείται ο επόμενος παγκόσμιας κλάσης ποδοσφαιριστής της Ισπανίας στη συγκεκριμένη θέση. Αγοραστική αξία: 2 εκατομμύρια ευρώ.
9. Ντάβιντ Αλάμπα (μέσος, Μπάγερν): στο δεύτερο μισό της περασμένης σεζόν ο Λούι φαν Χάαλ τον εμπιστεύτηκε και τον έριξε στα βαθιά χρησιμοποιώντας σχεδόν σε κάθε θέση της ενδεκάδας των Βαυαρών. Ο ταλαντούχος Αυστριακός δεν τον διέψευσε. Αγοραστική αξία: 2 εκατομμύρια ευρώ.
10. Φιλ Τζόουνς (στόπερ, Μπόλτον): Ήδη ακλόνητος στο κέντρο άμυνας των «γουόντερερς». Θεωρείται ο διάδοχος των Τζον Τέρι και Ρίο Φέρντιναντ στην εθνική Αγγλίας. Αγοραστική αξία: 1 εκατομμύριο ευρώ.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ