Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

Σερ Μπόμπι Τσάρλτον: Αγγελικός… διάβολος!



Την περασμένη Πέμπτη η μητέρα του ποδοσφαίρου Αγγλία λησμόνησε για μια μέρα τα τραύματα των περασμένων 41 ετών. Τις ήττες στα πέναλτι απέναντι στη Γερμανία στο Μουντιάλ του 1990 και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996. Τον Ντιέγκο Μαραντόνα και το «χέρι του Θεού».
Στις 11 Οκτωβρίου οι ποδοσφαιρόφιλοι στο Νησί ύψωσαν τα ποτήρια τους για τα 70ά γενέθλια του Σερ Μπόμπι Τσάρλτον και ήπιαν στην υγειά της μάλλον μεγαλύτερης επιτυχίας στην ιστορία του έθνους: την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1966 με το 4-2 στην παράταση του θρυλικού τελικού απέναντι στη Γερμανία.


Δάκρυα χαράς

«Με το σφύριγμα της λήξης ξεκίνησα να κλαίω. Ήταν η μοναδική φορά που το έκανα μετά από νίκη. Εκατό χιλιάδες άνθρωποι χειροκροτούσαν και οι συμπαίκτες μου πηδούσαν από χαρά στον αγωνιστικό χώρο. Όταν αργότερα επιστρέψαμε στο Πάντινγκτον και είδα τον κόσμο στα παράθυρα των σπιτιών, ρώτησα τον Ρέι Γουίλσον, τι θα γινόταν, αν είχαμε χάσει. Ό,τι και να γινόταν, δεν χάσαμε, μου απάντησε. Πιστεύω ότι τότε άλλαξαν οι ζωές μας», σχολίασε την πιθανότατα ύψιστη στιγμή της καριέρας του ο Τσάρλτον.
Ο 70χρονος είναι το σύμβολο εκείνης της επιτυχίας. Το 1994 η βασίλισσα τον έχρισε ιππότη για τις υπηρεσίες του στο άθλημα. Πάντα σεμνός, ο ίδιος χαρακτηρίζει τον τίτλο του 1966 ως θρίαμβο όλης της ομάδας και τους συμπαίκτες του Άλαν Μπολ και Τζέοφ Χαρστ πολυτιμότερους της αναμέτρησης.
Ποδοσφαιρική οικογένεια
Ο Ρόμπερτ Τσάρλτον γεννήθηκε στις 11 Οκτωβρίου 1937 στο Άσινγκτον του Νόρθαμπερλαντ. Ο αδελφός του Τζακ ήταν αμυντικός στην παγκόσμια πρωταθλήτρια ομάδα της Αγγλίας του 1966 και μετέπειτα προπονητής της εθνικής Ιρλανδίας. Ο θείος του Τσάρλτον είναι ο πάλαι ποτέ επιθετικός αστέρας της Νιούκαστλ, Τζάκι Μίλμπερν.
Ως μοναδική επαγγελματική εναλλακτική στο ποδόσφαιρο ο Τσάρλτον έβλεπε τη δημοσιογραφία, διότι «μέσω αυτής θα μπορούσα να βλέπω ποδοσφαιρικά παιχνίδια». Το 1954 υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, στις 6 Οκτωβρίου 1956 έκανε το ντεμπούτο του κόντρα στην Τσάρλτον, το τελευταίο του παιχνίδι έλαβε χώρα τον Απρίλιο του 1973 στο «Στάμφορντ Μπριτζ» κόντρα στην Τσέλσι.
«Σαν να ήταν παιδιά του…»

Η ζωή του και, όπως ισχυρίζονται πολλοί, ο χαρακτήρας του άλλαξαν σε μια από τις πλέον μαύρες ώρες της ιστορίας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Στις 6 Φεβρουαρίου 1958 η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ επέστρεφε από το Βελιγράδι, όπου μόλις είχε εξασφαλίσει την πρόκριση στην ημιτελική φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Στο αεροδρόμιο του Μονάχου το αεροσκάφος προσγειώθηκε για ανεφοδιασμό. Στην τρίτη προσπάθεια απογείωσης από τη χιονισμένη πίστα ήλθε η πτώση. Είκοσι τρεις επιβάτες πέθαναν. Μεταξύ αυτών επτά παίκτες της Μάντσεστερ, και ο άνθρωπος, ο οποίος θεωρείτο το ταλέντο του αιώνα στο αγγλικό ποδόσφαιρο: ο Ντάνκαν Έντουαρντς.
«Καθόμουν ακόμη στο κάθισμά μου, αλλά τα αεροσκάφος βρισκόταν περίπου 70 γιάρδες μακριά μου. Μετά κοίταξα γύρω μου και είδα τον Χάρι Γκρεγκ. Μου είπε πως ήμουν αναίσθητος για περίπου 10 λεπτά», θυμάται ο Τσάρλτον που επιβίωσε σχεδόν χωρίς τραύματα, αλλά ουδέποτε απαλλάχθηκε από τις αναμνήσεις.
«Ουδέποτε λησμόνησε το Μόναχο. Κατά κάποιον τρόπο ένιωθε υπεύθυνος. Σαν να ήταν τα παιδιά του, τα οποία πέθαναν εκεί», ισχυρίστηκε αργότερα ο Ματ Μπάσμπι, ο οποίος επίσης επέζησε του δυστυχήματος.
Η χρυσή δεκαετία

«Εκείνο τον καιρό δεν επιτρεπόταν να το βάλουμε κάτω. Ήμαστε υπόλογοι στους νεκρούς συμπαίκτες μας», έδωσε τη δική του ερμηνεία ο Τσάρλτον, ο οποίος ανέλαβε το ρόλο του Έντουαρντς. Έγινε το σύμβολο των καλύτερων χρόνων που είχε ποτέ το αγγλικό ποδόσφαιρο. Το παιχνίδι του προσδιορίζεται σε αυτό του θρυλικού Αλφρέδο ντι Στέφανο: ήταν οργανωτής κι επιθετικός ταυτόχρονα, ένας κυνηγός από τη δεύτερη ζώνη, προικισμένος με άριστη τεχνική στο σουτ και δύναμη και στα δύο πόδια.
Με την ακατάβλητη θέλησή του οδήγησε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Κύπελλο Αγγλίας το 1963 και στο πρωτάθλημα το 1965, ενώ κατέκτησε με την εθνική ομάδα της χώρας του το Μουντιάλ του 1966 αναδεικνυόμενος σε κορυφαίο Ευρωπαίο παίκτη της χρόνιάς. Το 1967 οδήγησε τους «κόκκινους διαβόλους» σε άλλο ένα πρωτάθλημα και το 1968, δέκα χρόνια μετά την τραγωδία του Μονάχου, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έγινε η πρώτιστη αγγλική ομάδα που κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Στο 4-1 (έπειτα από παράταση) επί της Μπενφίκα ο Μπόμπι Τσάρλτον πέτυχε δύο γκολ, αφιέρωσε τη νίκη στους νεκρούς συμπαίκτες του και χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη μέρα ως «την ωραιότερη της ζωής μου».
Προπομπός της… Θάτσερ!

Η φημολογία για τον τρόπο που ήλθε το τέλος του στην εθνική Αγγλίας αγγίζει τα όρια του μύθου. Ο τελευταίος ορίζει πως στον προημιτελικό του Μουντιάλ του 1970 κόντρα στη Γερμανία (στην επονομαζόμενη «σφαγή του καύσωνα») στο Λεόν, ο Σερ Αλφ Ράμσεϊ τον έκανε πρόωρα αλλαγή, προκειμένου να τον προφυλάξει για τον ημιτελικό. Η επακόλουθη ήττα με 3-2 (από 0-2) σηματοδότησε, σύμφωνα με ένα συγγραφέα, τη μεταστροφή της κοινής γνώμης κατά του πρωθυπουργού Ουίλσον και την απαρχή της εποχής της «σιδηράς κυρίας» Μάργκαρετ Θάτσερ!
Η τηλεοπτική εικόνα απέδειξε, ωστόσο, πως ο Τσάρλτον αδυνατούσε να συνεχίσει ήδη από το 1-2 δια ποδός Μπέκενμπαουερ. Τα τέρματα του Ούβε Ζέελερ και του Γκερντ Μίλερ τερμάτισαν την υψηλή πτήση της Αγγλίας και μαζί τη διεθνή καριέρα του Τσάρλτον, ο οποίος μετά από 106 συμμετοχές και 49 τέρματα αποσύρθηκε από την εθνική ομάδα σε ηλικία σχεδόν 33 ετών.
Σύμβολο αφοσίωσης

Χρειάστηκε να περάσουν άλλα τόσα (και βάλε…), προκειμένου ο Μπόμπι Τσάρλτον να εκδώσει την αυτοβιογραφία του, η οποία φέρει τον τίτλο «Τα χρόνια μου στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ» και κυκλοφόρησε τον περασμένο μήνα. Αν αναλογιστείτε πως ο Γουέιν Ρούνεϊ έγραψε και κυκλοφόρησε τη δική του αυτοβιογραφία στα… 19, γίνεται αντιληπτή η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο ποδόσφαιρο της εποχής, στην οποία ο Τσάρλτον ήταν ο κορυφαίος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και της Αγγλίας, και της σημερινής, στην οποία τη θέση του έχει πάρει ο Ρούνεϊ.
Μια άλλη διαφορά περιγράφει ο ίδιος ο Τσάρλτον στα απομνημονεύματά του: «Στη 19χρονη θητεία μου στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν έλαβα ούτε μία προσφορά από άλλο σύλλογο». Όχι πως δεν υπήρχε ενδιαφέρον, αλλά μια τέτοια μετεγγραφή ήταν τότε ανέφικτη, διότι στο ποδόσφαιρο το χρήμα έβγαινε χαμένο απέναντι στην κυρίαρχη αφοσίωση.
Ο Τσάρλτον ουδέποτε υπήρξε τόσο δημοφιλής όσο ο Μπόμπι Μουρ στην εθνική Αγγλίας ή ο Τζορτζ Μπεστ στη Γιουνάιτεντ. Ουδείς όμως απολάμβανε μεγαλύτερου σεβασμού. Εξέπεμπε πάντα κάτι βαθύ, καθαρό, ατόφιο -την αύρα ενός σωστού υπαλλήλου, όχι την αντίστοιχη ενός μαχητή του δρόμου.
Σ’ αυτό συνέβαλε και το παρουσιαστικό του, το οποίο ένεκα της πρόωρης τριχόπτωσης τον έκανε να δείχνει πολύ μεγαλύτερος, απ’ ό,τι ήταν. Η προσπάθεια συγκάλυψης του… κακού προσέφερε στην ποδοσφαιρική μυθολογία ακόμη ένα κεφάλαιο: το περίφημο „Charlton Combover“. Τα εναπομείναντα μαλλιά αφήνονταν να μακρύνουν από τη μία άκρη του κεφαλιού και μετά χτενίζονταν με νερό ως την άλλη! Μια ιδέα που δυστυχώς δεν υποστήριζε πάντα η δυναμική του παιχνιδιού του. Ακόμη κι αυτό ωστόσο ουδόλως επηρέασε τη φήμη του: ο Σερ Μπόμπι παραμένει στα 70 του ο φορέας της αξιοσύνης στο αγγλικό ποδόσφαιρο.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου