Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

Ποδοσφαιριστές στο ντιβάνι


Είτε πρόκειται για συνειδητή επιλογή είτε για σπασμωδική αντίδραση πανικού, η απόφαση της διοίκησης της ΑΕΛ να αναζητήσει πνευματική υποστήριξη για τους παίκτες της ευρισκόμενης σε αγωνιστική κρίση ομάδας εισάγει το κυπριακό ποδόσφαιρο στην εποχή της αθλητικής ψυχολογίας.
Ο συγκεκριμένος επιστημονικός κλάδος είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος και αναγνωρισμένος στις Η.Π.Α., όπου η συντριπτική πλειονότητα των αθλητών παραδέχεται πως «στην προσπάθεια επίτευξης υψηλών στόχων είναι πολύ σημαντικό να έχεις το μυαλό σου ελεύθερο». Στην Ευρώπη, αντιθέτως, μόλις την τελευταία δεκαετία έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτό ότι η πνευματική προπόνηση είναι εξ ίσου (ει μη και περισσότερο) σημαντική από τη σωματική. Σε τελική ανάλυση, η ψυχή δεν συμπεριφέρεται διαφορετικά από το σώμα. Το ψυχικό σθένος είναι ένας μυς που επιδέχεται προπόνησης.

Στη φημισμένη προπονητική σχολή της Κολωνίας οι εκκολαπτόμενοι καθηγητές ποδοσφαίρου διδάσκονται ότι η πρόσληψη ενός ψυχολόγου έχει νόημα και ότι η πνευματική προετοιμασία είναι απαραίτητη (όχι μόνο στον πρωταθλητισμό αλλά) σ’ όλα τα επίπεδα απόδοσης. Ο κανόνας είναι ίδιος και για επαγγελματία και για τον ερασιτέχνη: εκεί που το ταλέντο και η φυσική κατάσταση σταματούν, ένα ισχυρό πνεύμα μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Μολονότι οι προπονητές επισημαίνουν σε κάθε ευκαιρία πόσο πιο πολύπλοκη και δύσκολη έχει γίνει η καθοδήγηση μιας ομάδας, η προσφυγή στην αθλητική ψυχολογία παραμένει ταμπού. Ο κλάδος άλλωστε είναι συνδεδεμένος με μια σειρά προκαταλήψεων. Η βασικότερη είναι πως όποιος επιζητεί ψυχολογική βοήθεια ή υποστήριξη είναι ασθενής. Πρόκειται για την ευρύτατα διαδεδομένη σύγχυση της ψυχολογίας (απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο) με την ψυχιατρική (ασχολείται μόνον με κλινικές περιπτώσεις).
Εξ ίσου σημαντική είναι και η προκατάληψη των προπονητών ότι ο αθλητικός ψυχολόγος είναι ένας εν δυνάμει κίνδυνος για τη δουλειά τους, αφού βαθμιαία μπορεί να αναπτύξει πιο στέρεα σχέση με τους παίκτες και να τους επηρεάζει περισσότερο απ’ ό,τι οι ίδιοι. Σημαντικό (και αναγνωρισμένο) πρόβλημα αποτελεί επίσης η ύπαρξη ελάχιστων διακεκριμένων πνευματικών προπονητών με ειδίκευση στον αθλητισμό.
Στην περίπτωση της ΑΕΛ είναι εξαιρετικά δύσκολο (και αφελές) να προδικάσει κάποιος την επιτυχία ή μη του εγχειρήματος. Από τη μία, είναι αντικειμενικά παραδεκτό ότι οι συνθήκες (δυστυχώς) δεν είναι οι κατάλληλες. Το κυπριακό ποδόσφαιρο δεν είναι ακόμη τόσο ώριμο για μια τόσο σημαντική καινοτομία.
Από την άλλη, εγείρονται εύλογα ερωτήματα για το κατά πόσον πρόκειται για ένα καλά σχεδιασμένο εγχείρημα. Επί παραδείγματι, θα ήταν χρήσιμο να μάθουμε αν ο Μιχάι Στοϊκίτσα εισηγήθηκε (ή έστω συνυπέγραψε) αυτήν την κίνηση ή απλά αγνοήθηκε ως τελών υπό αμφισβήτηση και αναλώσιμος.
Ακόμη πιο χρήσιμη θα ήταν η γνώση για το αν η διοίκηση της ΑΕΛ, προτού καταλήξει στη λύση της ψυχολόγου, εξάλειψε κάθε πιθανότητα να οφείλεται η κατρακύλα της ομάδας σε άλλους τομείς (βλέπε επιλογή προπονητή, προετοιμασία, μετεγγραφικές επιλογές, οριοθέτηση στόχων) ή απλώς προτιμά να κάνει οτιδήποτε άλλο από το να κοιτάξει την πραγματικότητα κατάματα και τον εαυτό της στον καθρέφτη.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου