Πληροφορούμενος τον όψιμο προβληματισμό του προέδρου της ΚΟΠ, Κώστα Κουτσοκούμνη, για το άκρως δαπανηρό τηλεοπτικό τοπίο στο κυπριακό ποδόσφαιρο εν έτει 2010, δεν ήξερα αν έπρεπε να χαρώ ή να λυπηθώ. Να χαρώ, διότι στην ηγεσία της διοργανώτριας αρχής του πρωταθλήματος γεννήθηκε (επιτέλους) η ανησυχία για την κατάληξη της συγκεκριμένης κατάστασης; Ή να λυπηθώ, επειδή η αντίδραση (όπως… πάντα) έρχεται εκ των υστέρων, όταν πλέον τα περιθώρια επέμβασης έχουν στενέψει ασφυκτικά;
Αύριο συμπληρώνονται τρεις μήνες από τη δημοσίευσης στην «Α.τ.Κ.» της (πρώτης) αναλυτικής και εμπεριστατωμένης έρευνας για τον τηλεοπτικό χάρτη του κυπριακού πρωταθλήματος 2010/11. Τρεις μήνες από τη σκιαγράφηση με επίσημα στοιχεία του… κεφαλικού φόρου που καλείται να πληρώσει στις τρεις συνδρομητικές πλατφόρμες ο Κύπριος ποδοσφαιρόφιλος. Τρεις μήνες από τις αποστομωτικές συγκρίσεις με το προκλητικά χαμηλό κόστος παρακολούθησης των πρωταθλημάτων στις ποδοσφαιρικά προηγμένες χώρες, όπου βασιλεύει η κεντρική διαχείριση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Ενενήντα μέρες παντελούς αδιαφορίας και απραξίας χρεώνονται στην Κ.Ο.Π. Το να κλαις πάνω από την καρδάρα με το χυμένο γάλα είναι δώρο άδωρο.
Η αδιαμφισβήτητη ευθύνη της ομοσπονδίας, ωστόσο, δεν επιτρέπεται να γίνει το χαλάκι που θα κρύψει τα εγκλήματα των συλλόγων της. Μέχρι σήμερα δεν πρέπει να έχει μείνει νουνεχής φίλαθλος που να πιστεύει ότι οι διοικήσεις τους αντιμετωπίζουν το άθλημα ως κάτι άλλο πλην μέσου προβολής και πλουτισμού. Δεν έχουν φτιάξει ομάδες (είδαμε τα χαΐρια όλων στην Ευρώπη), δεν έχουν φτιάξει γήπεδα (ποιο ιδιόκτητο στάδιο έχει ανεγερθεί τα τελευταία 20 χρόνια;), δεν έχουν ενδιαφερθεί καν να δώσουν κίνητρα στον κόσμο να τους στέρξει (αγωνιστικά και οικονομικά).
Αντ’ αυτού έχουν απλώσει το ένα χέρι στον κρατικό κορβανά και το άλλο στην τσέπη του ποδοσφαιρόφιλου. Γιατί τόσα χρόνια δεν έχει δημιουργηθεί αυτόνομη, επαγγελματική λίγκα, στα πρότυπα των άλλων χωρών; Διότι ένα τέτοιο εγχείρημα θα προϋπέθετε την εύρεση άλλων πηγών εσόδων. Θα προϋπέθετε τη σκληρή μάχη για επιβίωση (και κερδοφορία) υπό τους αδυσώπητους όρους της παγκόσμιας οικονομίας και αγοράς. Ποιος έχει τα… μπαλάκια να το επιχειρήσει; Εκ του αποτελέσματος, ουδείς!
Επίσης ουδείς (σύλλογος ή παράγοντας) έχει το θάρρος -το θράσος, αν προτιμάτε- να πει κατάμουτρα στον κόσμο ότι τον αντιμετωπίζει μόνον ως μηχανή κοπής χρήματος. Τα έσοδα ιεραρχούνται πολύ υψηλότερα των επιτυχιών. Μια εντός έδρας ήττα σε γεμάτο στάδιο προτιμάται από έναν εντός έδρας θρίαμβο κεκλεισμένων των θυρών. Εξ ου και η εκτόξευση τιμών σε εισιτήρια και τηλεοπτικές συνδρομές (οι τελευταίες δεν καθορίζονται αυθαίρετα, αλλά στη βάσει των χρημάτων που έχουν δαπανηθεί για να ικανοποιηθούν οι -συχνά παράλογες- απαιτήσεις των συλλόγων).
Η αδιαφορία των συλλόγων για οτιδήποτε άλλο πλην της τσέπης του κόσμου τους αποδεικνύεται και από την αντιμετώπιση των Μ.Μ.Ε., τα οποία θεσμικά είναι επιφορτισμένα να επικοινωνούν στις μάζες τα τεκταινόμενα σε κάθε σωματείο. Τα Μ.Μ.Ε. τυγχάνουν εσχάτως ενός διαρκούς αυξανόμενου αποκλεισμού, ο οποίος έρχεται ως συνέπεια (όχι αβάσιμης ή κακόπιστης κριτικής προς τους συλλόγους αλλά) μη συμμόρφωσης προς ορέξεις τους. Ποιες είναι αυτές; «Γράφετε μόνο όσα θέλουμε, όπως θέλουμε, όταν τα θέλουμε». Κοινώς, ή είστε δικοί μας ή είστε εχθροί μας; Επιλογή ουδετερότητας και αντικειμενικότητας δεν αναγνωρίζεται.
Και, αυτονόητα, για τον παχυδερμισμό των συλλόγων σημαντική ευθύνη αναλογεί και στο σινάφι μας, το οποίο εκτρέφει και γιγαντώνει «εγώ» μέσα από τη διαρκή προβολή και εκχώρηση βήματος σε οποιονδήποτε άλλο πλην των αληθινών πρωταγωνιστών του αθλήματος. Αναλογιστείτε απλώς ποιους προβάλλουν περισσότερο τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και εφημερίδες; Τους παίκτες; Τους προπονητές; Τους εκπροσώπους Τύπου; Τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων; Τους προέδρους;
Ω, ναι, η πυραμίδα των προτεραιοτήτων και στον αθλητικό Τύπο είναι γυρισμένη ανάποδα. Δεν είναι ωραία διαπίστωση, αλλά είναι πραγματική: είναι απολύτως εναρμονισμένη με το υπόλοιπο ποδοσφαιρικό περιβάλλον. Δυστυχώς -για όλους μας…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ