Επειδή η ελπίδα παραμένει διαχρονικά το πιο εμπορεύσιμο ανθρώπινο συναίσθημα, δεν εκπλήσσει ότι αρκετός κόσμος ήθελε να πιστέψει ότι αυτή τη φορά η επιχείρηση κάθαρσης στο ελληνικό ποδόσφαιρο θα έφερνε αποτέλεσμα.
Όντως, έφερε. Το εδώ και χρόνια γνωστό: μια τρύπα στο νερό. Μεγάλη όσο ο κρατήρας ενεργού ηφαιστείου. Και το μέγεθός της είναι ανεξάρτητο του είδους και του μεγέθους της ποινής που εν τέλει θα επιβληθεί στον (όποιο) Ολυμπιακό Βόλου και στην (όποια) Καβάλα, στον (όποιο) Μπέο και στον (όποιο) Ψωμιάδη.
Η προς το ηπιότερο μετατροπή των τιμωριών των συγκεκριμένων συλλόγων ήρθε ως φυσιολογική συνέπεια όσων κατ’ εξακολούθηση συμβαίνουν στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες. Κατηγορητήρια που στήθηκαν στο πόδι φουσκώθηκαν τεχνηέντως τόσο, ώστε να κρύψουν τα μεγάλα βουβάλια που κινδύνευαν να αποκαλυφθούν στην πορεία των ερευνών, και η κείμενη νομοθεσία παρερμηνεύτηκε, διαστρεβλώθηκε, καταστρατηγήθηκε (με μια λέξη, βιάστηκε) κατά το δοκούν τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό.
Όλα αυτά δεν είναι καινοφανή, αλλά χρόνια συμπτώματα παθογένειας της ελληνικής κοινωνίας. Όσοι στη θέα τους παριστάνουν τους έκπληκτους ή τους θιγμένους, είναι είτε αφελείς, είτε ανόητοι, είτε υποκριτές. Και πάλι ουδέν το περίεργο. Και τα τρία είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα του νεοέλληνα.
Από τις μεσοβδόμαδες εξελίξεις στο εν Ελλάδι ποδοσφαιρικό σκάνδαλο ως ζημίες μπορούν να καταγραφούν τα ακόλουθα:
α) η νιοστή εμπέδωση της πεποίθησης ότι το ποδόσφαιρο λυμαίνεται ένα μαφιόζικο, παρασκηνιακό κύκλωμα, αρκετά ισχυρό, ώστε να εξασφαλίζει την πλήρη ασυλία όλων των κεφαλών του
β) η «δικαίωση» όσων εξ αρχής διατυμπάνιζαν ότι εν τέλει δεν θα συμβεί το παραμικρό σε κανέναν από τα μεγάλα ψάρια και πως όλος αυτός ο ντόρος στήθηκε για να αποπροσανατολιστεί η κοινή γνώμη από την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου στην ελληνική Βουλή στα μέσα του περασμένου Ιουλίου. Ακόμη κι αν το τελευταίο δεν περιέχει ίχνος αλήθειας (σ.σ. ελέγχεται), άντε τώρα να πείσεις έστω και έναν περί του αντιθέτου…
γ) ο ασφυκτικός περιορισμός του σκανδάλου σε δύο συλλόγους και στους ισχυρούς άντρες τους. Το διάστημα της ακατάσχετης δημοσιοποίησης υποκλαπεισών τηλεφωνικών συνομιλιών δεν υπήρχε σχεδόν ούτε ένας μεγάλος σύλλογος ή παράγοντας που να μην φαινόταν μπλεγμένος στην υπόθεση. Ένα μήνα αργότερα άπαντες κόπτονται μόνο για τον Ολυμπιακό Βόλου, την Καβάλα και τα αφεντικά τους. Πόσο χαχόλος πρέπει να είσαι για να αποδεχτείς ότι αυτοί (και μόνον αυτοί) αποτελούν τη γάγγραινα του ελληνικού ποδοσφαίρου, την πηγή όλων των δεινών του;
Τα προαναφερθέντα θα ήταν αιτίες σοβαρού προβληματισμού, αν κατά τα παρελθόντα έτη δεν είχε αποδειχθεί πέραν πάσης αμφισβήτησης ότι με το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν αξίζει να ασχολείσαι. Η στελέχωσή του από την κορυφή ως τη βάση της επίσης και παρασκηνιακής πυραμίδας του είναι τέτοια που σε αποτρέπει να καταπιαστείς μαζί του.
Όποιον κι αν ρωτήσεις, ανεξαρτήτως ηλικίας κι οπαδικών προτιμήσεων, μπορεί με άνεση να σου απαριθμήσει μια σειρά από σκάνδαλα. Όλοι τα γνωρίζουν, όλοι τα συζητούν. Η απουσία χειροπιαστών αποδείξεων δεν τα ακυρώνει. Η λαϊκή θυμοσοφία «κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα» δεν βγήκε τυχαία. Και η φήμη του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι σπιλωμένη πέραν επιδιόρθωσης -εδώ και χρόνια.
Τούτων δοθέντων τα πορίσματα-ανέκδοτα της αθλητικής δικαιοσύνης ούτε καν θυμηδία δεν μπορούν να προκαλέσουν. Μόνο θλίψη και μελαγχολία. Σε τελική ανάλυση ο αθλητισμός είναι ένα κομμάτι της κοινωνίας. Αντανακλά τη σήψη της -και μια θλιβερή πραγματικότητα: από ένα κράτος-ανέκδοτο τι μπορείς να περιμένεις; Προφανώς μόνον την ελεύθερη πτώση σ’ ένα βαρέλι δίχως πάτο.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου