Διπλό νόμισμα σημαίνει παράλληλη κυκλοφορία δύο διαφορετικών νομισμάτων σε μια οικονομία. Το ένα είναι «σκληρό», υψηλής συναλλακτικής αξίας, ώστε να χρησιμεύει στον αποθησαυρισμό και τη συσσώρευση κεφαλαίου. Ενώ το άλλο είναι «μαλακό», ευτελούς αξίας που χρησιμεύει στις εσωτερικές συναλλαγές και τις πληρωμές αμοιβών.
Η πρόταση για την παράλληλη κυκλοφορία ενός εσωτερικού νομίσματος στηρίζεται στην απλή λογική του όσα ευρώ υπάρχουν σε κυκλοφορία στο εσωτερικό της χώρας ή εισέρχονται σε αυτή μέσω του εξωτερικού ισοζυγίου να κατευθύνονται αποκλειστικά στην πληρωμή του χρέους και τη λειτουργία των τραπεζών, ενώ για την πληρωμή όλων των υπόλοιπων υποχρεώσεων του κράτους στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και για τις συναλλαγές μεταξύ των πολιτών να χρησιμοποιηθεί ένα τοπικό νόμισμα είτε σε καθαρή νομισματική μορφή π.χ. μαλακό ευρώ (Geuro), είτε με κάποια μορφή υποσχετικής (IOU), που θα μπορεί να υποτιμάται και να συμβάλει έτσι στην αύξηση της ρευστότητας και στην «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας.